H Μέδουσα κολυμπάει παντού

Καλώς ήρθατε! H Μέδουσα κολυμπάει και στο Facebook: Join

Πρώτη πράξη: Σε θέλω.-


Μιλούσαν ώρα πολλή ανούσιες κουβέντες. Της είχε προτείνει με δισταγμό να πάνε σπίτι του, για μεγαλύτερη άνεση της είπε, και ότι επίσης οι προθέσεις του δεν ήταν όπως ίσως φαίνονταν πλέον. Αλήθεια έλεγε. Υπέθεσε ότι μπορούσε εξάλλου εύκολα να το καταλάβει κι εκείνη από την ακαταστασία παντού. Κιτρινισμένες εφημερίδες και μια στάμπα από κούπα καφέ στο τραπεζάκι του σαλονιού, σαν υπογραφή σε σπίτι εργένη. Στον καναπέ καθισμένοι αμήχανα την χάζευε να του εξιστορεί τα παιδικά της χρόνια ή πώς φτιάχνεται το ραβανί ή θεωρίες για τα ζώδια, μικρή σημασία είχε γιατί υπήρχαν μονάχα τα χείλη της. Πότε πότε έκλεβε ματιές από το βαθύ ντεκολτέ που σίγουρα επίτηδες θα το είχε φορέσει, για εκείνον, ήλπιζε.

Μύριζε δέρμα και ζεστασιά, όπως μυρίζουν οι όμορφες γυναίκες και κανείς άλλος. Αυτή τη δική της μυρουδιά μπορούσε να την αναγνωρίσει εύκολα, παραδομένος σε ένα ακατανίκητο ένστικτο σαν σκύλος που ακολουθεί τη θηλυκιά του. Έπρεπε πια να τη φιλήσει. Αντί να τη διακόψει αγενώς και να το τολμήσει, τη ρώτησε αν θέλει κι άλλο κρασί και καθώς έσκυβε να την σερβίρει και όπως και εκείνη λύγισε για να πιάσει το κρύσταλλο οι σκέψεις χάθηκαν και μαλακά, ήρεμα δικαιώθηκε η προσμονή του. Χαμένος κόπος οι τόσες στρατηγικές, χαμένος χρόνος κυρίως. Στην αρχή ακούμπησε πεταχτά φιλιά, μικρές πτήσεις να αναγνωρίσει το τοπίο. Και μετά βούτηξε στη γεύση της αχόρταγα. Όμορφα είναι, τον δάγκωσε λίγο. Χάιδεψε πίσω τα μαλλιά της και ανταπέδωσε το χτύπημα στον λαιμό. Μάχη είναι ο έρωτας. Κατάλαβε ότι της άρεσε γιατί οι αναπνοές της βάρυναν, ξάπλωσε ως το μπράτσο του καναπέ και του άφησε εκτεθειμένο το κορμί της. Δεν δίσταζε πια να την αγγίξει, βίαια κάποιες φορές, να σφίξει με δύναμη το στήθος και τους μηρούς της στις χούφτες του να την καθηλώσει, να κυριαρχήσει. 

Την παρέσυρε βιαστικά στην κρεβατοκάμαρα, πάνω στο πρόχειρα σουλουπωμένο κρεβάτι την έγδυσε λαίμαργα. Τον βοήθησε με το πουκάμισο και μέτρησε έξι κουμπιά. Ύστερα μόνος του άτσαλα με μία κίνηση κοφτή έβγαλε παντελόνι και εσώρουχο και απελευθέρωσε τον ανδρισμό του. Την περίμενε να ξαπλώσει, να βολευτεί στο μαξιλάρι. Για να γύρει πάνω της, να προσκυνήσει τρυφερά σαν έμπειρος θηριοδαμαστής, να χαράξει το δρόμο του στην ψυχή της. Έσπρωξε λίγο και έπειτα πολύ. Ίδρωσε η ραχοκοκαλιά του από έξαψη. Κρύφτηκε το πρόσωπο του στο στήθος της, ένιωσε να μπλέκονται τα δάχτυλά της στα μαλλιά του. Αναστέναζαν και βογκούσαν, ενοχλώντας τους οικογενειάρχες στη γαλήνη του ύπνου, εκείνοι που έκαναν αυτά που δεν λέγονται, εκείνοι που χάνονταν στην ρυθμική έκσταση του πάθους. Τώρα ήταν ένα. Η κίνηση του αγρίεψε, όσο βαθιά κι αν ορμούσε στο χάος δεν του ‘φτανε και όλο κρατούσε την ανάσα του να αντέξει παραπάνω. Μάταια. Λες και οι εραστές είναι καταδικασμένοι σε θάνατο. Μέχρι την επόμενη φορά…

1 σχόλιο:

  1. Σοφία καλησπέρα, πρώτη φορά μπήκα στη σελίδα της Μέδουσας κ διάβασα όλα τα κείμενα, αν είναι δικά σου δε ξέρω, αλλά με κέρδισαν. Και δεν έγινε γιατί είμαι στη δουλειά κ βαριέμαι, μου άρεσε ο τρόπος που γράφεις. Έτσι πήρα το θάρρος να γράψω αυτό το σχόλιο γενικού περιεχομένου...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Adopt a Stray.gr!